ζυθόχορτο

ζυθόχορτο
το
ο λυκίσκος, φυτό που χρησιμοποιείται στην παρασκευή μπίρας.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ζυθόχορτο — το το φυτό λυκίσκος, το ζυθοβότανο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ζύθος + χόρτο. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • λυκίσκος — ο αναρριχητικό και αρωματικό φυτό που οι καρποί του χρησιμοποιούνται για την παρασκευή μπίρας, το ζυθόχορτο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”